Ερημίτης.
Απόκληρος. Έκλεινε τα μάτια του καθώς ο ήλιος έδυε στην έρημο, ενώ σκούπιζε το
αίμα από το πουκάμισο του.
Δεν ήταν
δικό του. Κάποιοι τον υποτίμησαν. Ξανά.
Του
επιτέθηκαν εκεί που δεν πείραζε κανέναν. Λιώμα από το ποτό σε ένα σοκάκι. Να
τον ληστέψουν.
Τους
παρακάλεσε να τρέξουν να σωθούν. Οι ίδιοι, δεν τον άκουσαν.
Τα τεραστία
νύχια του από Αδαμάντιο, άστραψαν στο φως του φεγγαριού καθώς έβγαιναν από τα
χέρια του.
Κλαίγοντας
από οργή, τους τερμάτισε τη ζωή απαλλάσσοντάς τους από την αναιδή συνήθεια ν’
αναπνέουν.
Τον
ενόχλησαν. Του διέρρηξαν τη γαλήνη και την ψυχική ηρεμία.
Τους προειδοποίησε.
Τους έδωσε την ευκαιρία να ζήσουν.
Την
έχασαν.
Ο πνιχτός
αέρας σφύριζε ανάμεσα από τις σανίδες του τοίχου. Δημιουργούσε μια μακάβρια
μελωδία καθώς περνούσε ανάμεσα από τα παλιά αυτοκίνητα της μάντρας δίπλα στην
παράγκα.
Είχε
αποτραβηχτεί από τον κόσμο τούτο. Είχε βαρεθεί τους σκοτωμούς, είχε βαρεθεί το
αίμα.
Όλοι οι
όμοιοι του, είχαν πεθάνει πολλά χρόνια πριν. Οι υπόλοιποι μεταλλαγμένοι, είχαν
εξαλειφθεί. Οι άνθρωποι με κανονικά γονίδια, τους κυνήγησαν μέχρι να μη μείνει
ούτε ένας ζωντανός.
Δεν είχε
αγαπήσει. Με όποιο ον είχε καταφέρει να δεθεί, ήταν νεκρό. Όποιος τον πλησίαζε,
πέθαινε.
Είχε γεννηθεί πριν διακόσια περίπου χρόνια
αλλά στην πραγματικότητα είχε ζήσει μόνο μερικές μέρες. Ήταν οι
μέρες εκείνες που είχε κάποιον κοντά του να τον φροντίζει και να τον
αγαπάει, να τον προστατεύει. Από κάποιο χρονικό σημείο της ζωής του και
μετά, προστάτευε μόνο αυτός τους άλλους του είδους του, γιατί μόνο αυτός είχε
τη δύναμη να το κάνει.
Πλέον, όμως,
δεν υπάρχει κανένας άλλος σαν αυτόν.
Μπορεί ο
σκελετός του να ήταν από αδαμάντιο και να ήταν ουσιαστικά άτρωτος και
απρόσβλητος από οτιδήποτε.
Η καρδιά του όμως, δεν ήταν από αδαμάντιο.
Δεν ήταν άτρωτη.
Logan.
Χαρακτήρας-ήρωας κόμικ, αλλά και ταινίας. Η ενσάρκωση αυτού από έναν καταπληκτικό
ηθοποιό, σου έφερε στη μεγάλη οθόνη ζωντανές τις ιστορίες που διάβαζες από
μικρός στο χαρτί. Δεν μπορούσες όμως παρά ν’ αναγνωρίσεις σ’ αυτό το έργο
τέχνης τις ομοιότητες με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις.
Το προφίλ
ενός μοναχικού ανθρώπου, πολύ δυνατού, με αποτέλεσμα να κάνει κακό, αλλά
ταυτόχρονα πολύ αδύναμου και ανίκανου να δεθεί με κάποιον, και να ευτυχίσει σε
οποιοδήποτε είδος σχέσης.
Η
διαφορετικότητα αντιμετωπίζεται συνήθως με εκδηλώσεις ρατσιστικής συμπεριφοράς
και όχι μόνο. Όταν δούμε κάποιον που να έχει μια συγκεκριμένη ιδιομορφία ή
κάποιο διαφορετικό χαρακτηριστικό, η πρώτη μας αντίδραση είναι το να
ξαφνιαστούμε. Μετά ο οίκτος ή, σε κάποιες περιπτώσεις, και η αποστροφή. Στο τέλος,
απλά απομακρυνόμαστε, έτσι ώστε καμιά επαφή να μη γίνει με το «περίεργο» άτομο,
η οποία θα «μολύνει» τις πολύτιμες και...φυσιολογικές ζωές μας.
Όταν
αποφεύγουμε λοιπόν κάποιον διαφορετικό, μπορεί να φανταστεί κανείς πώς θα
ήταν ο κόσμος μας αν υπήρχαν άνθρωποι με δυνάμεις, τους οποίους όλοι οι
υπόλοιποι κοινοί θνητοί θα ζήλευαν νιώθοντας απέναντι τους κόμπλεξ κατωτερότητας,
αλλά και ο φόβος απέναντι τους δε θα ήταν αμελητέος.
Βασικό χαρακτηριστικό
της ανθρώπινης φύσης, είναι ο φόβος του αγνώστου και του διαφορετικού. Ο
άνθρωπος ποτέ δεν μπόρεσε να καταλάβει ό,τι ξεπερνά τα στενά, συμβατικά όρια
που συνήθως ορίζει ο ίδιος και καθορίζουν τι μπορεί να θεωρηθεί «φυσιολογικό»
και τι όχι.
Ξημέρωνε.
Ο ήλιος χτύπησε στα μάτια του. Οι πληγές δεν είχαν κλείσει.
Στο σώμα
του ήταν πληγές μιας ημέρας. Θα έκλειναν βέβαια σε λίγο, όσο κι αν είχε φθαρεί
ο σκελετός του από αδαμάντιο.
Στην ψυχή
του υπήρχαν τραύματα 200 χρόνων. Αυτά, τα κουβαλούσε μέχρι την ημέρα που
κάποιος θα τον απάλλασσε από τη μοίρα του με το να εξαλείψει το είδος των
γενετικά ανεπτυγμένων και τροποποιημένων ανθρώπων.
Ένα
αυτοκίνητο σταματά απ’ έξω. Μετά ένα δεύτερο κι ένα τρίτο. Η πόρτα
ανοίγει και κλείνει με θόρυβο.
Τα αδαμάντινα
νύχια του άστραψαν καθώς έβγαιναν από τα χέρια του.
Με μια διαπεραστική
κραυγή προσκάλεσε τους εισβολείς να μπουν.
Δεκάδες
οι εχθροί κι ένας αυτός. Τον πλησίαζαν. Θα σκότωνε τουλάχιστον τους μισούς
πριν τον ρίξουν.
Τουλάχιστον
δε θα ήταν πια μόνος.