Θυμάμαι σαν τώρα τη στιγμή που
ανακάλυψα την πρώτη μου άσπρη τρίχα στη φοβερή καστανή μου κόμη. Ήταν
όταν δούλευα σε μια δουλειά που δε γούσταρα! Απλά την έκανα εξ ανάγκης και
στανικώς για να καλυφθούν τα έξοδα μου.
Η αλήθεια είναι ότι μέχρι στιγμής
έχω υπάρξει τυχερή στο θέμα της δουλειάς. Όχι από άποψη χαλαρότητας ή
λούφας (μάλλον το αντίθετο, πάντα χωνόμουν), αλλά πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι
δουλειές που επέλεγα, μου άρεσαν.
Με ιντρίγκαραν, αποτελούσαν
πρόκληση, μάθαινα καινούργια πράγματα, μάθαινα τον εαυτό μου. Μετρούσα τα όρια
μου, τα στεγανά μου. Κι ας έτρεχα πανικόβλητη πάνω κάτω. Το έκανα και
δροσιζόμουν, δε ζοριζόμουν!
Έπειτα, όταν σχολούσα, είχα όρεξη
να βγω, να διαβάσω, να προσέξω τον εαυτό μου. Οι μπαταρίες μου ήταν γεμάτες!
Ας πάμε πίσω στη δουλειά της
άσπρης τρίχας. Θυμάμαι τον εαυτό μου να σχολάω και να μην έχω διάθεση για
τίποτα άλλο πέρα από καναπέ και τηλεόραση, λες και με είχαν στραγγίσει.
Δεν ήμουν ο «πρωτογαμιστερότερος»
εαυτός μου, ούτε παρέες, ούτε δραστηριότητες, πού κουράγιο για τέτοια… Μα και
στη δουλειά μου ήμουν δύσθυμη και μουρτζούφλα, χωρίς όρεξη. Λες κι είχα
μια ταμπέλα πάνω μου «Μη μου μιλάτε, βγάζω αγκάθια».
Μέχρι που δεν το άντεξε άλλο ο
οργανισμός μου, είπα «πάμε γιʾ άλλα» κι άνοιξα πανιά. Τα καλύτερα
έρχονται μόνο όταν συνειδητοποιήσεις ότι τα αξίζεις και το πάρεις απόφαση να τα
επιδιώξεις.
Κοίτα λίγο γύρω σου. Πόσους
ανθρώπους βλέπεις που είναι σαν Μεγάλη Παρασκευή; Στους περισσότερους φταίει η
δουλειά τους. Η καθημερινή προσπάθεια που καταβάλλουν για να κάνουν κάτι που,
ουσιαστικά δε θέλουν, τους στερεί το χαμόγελο και την όρεξη για ζωή.
Αναλώνονται μάταια.
Ο άνθρωπος που αγαπάει αυτό που
κάνει, φαίνεται από χιλιόμετρα! Χαμογελάει, είναι πρόθυμος, εξυπηρετικός,
αποτελεσματικός, συνεχίζει να ψάχνεται, να μαθαίνει και να εξελίσσεται. Ακόμα
κι από την ξινή συνάδερφο καταφέρνει να αποσπάσει ένα χαμόγελο, γιατί απλά
είναι καλά και το μεταδίδει. Για την ακρίβεια, ακτινοβολεί.
Ακόμα και τις διαβολομέρες που
συμβαίνουν όλα τα κουλά, τα στραβά και τα παράλογα, ακόμα κι εκείνη την ώρα
που, από μέσα του, κατεβάζει καντήλια, ξέρει ότι δεν θα ήθελε να είναι πουθενά
αλλού.
Δεν είναι ωραία να ξυπνάς και να
μην σκέφτεσαι «ωωωχ, πάλι στη δουλειά θα πάω;», να μην παίρνεις βαθιές ανάσες
καθοδόν για να τη βγάλεις άλλη μια μέρα; Δεν είναι ωραία να φτάνεις στην
εργασία σου και να καλημερίζεις χαμογελαστός τους πάντες;
Αν τα βάλεις κάτω, η δουλειά μας
αποτελεί πάνω απ’ το εν τρίτο της μέρας μας. Επηρεάζει τον ελεύθερο μας χρόνο,
τη διάθεση μας, το εισόδημα μας. Διαμορφώνει το χαρακτήρα μας και τη γνώμη που
έχουμε για τον εαυτό μας. Γιατί λοιπόν να μην κάνεις αυτό που αγαπάς;
Μη γίνεις λοιπόν γιατρός γιατί ο
μπαμπάς και η μαμά θεωρούν ότι είναι ένα επάγγελμα που θα σου δώσει ψηλή θέση
στην κοινωνία και καλό εισόδημα. Γίνε μηχανικός, που το γουστάρεις.
Μη γίνεις ζαχαροπλάστης, επειδή
υπάρχει η οικογενειακή επιχείρηση και οι γονείς σου δούλεψαν τόοοσα χρόνια για
να την περάσουν σε σένα, το βλαστάρι τους.
Γίνε αυτός που θέλεις να είσαι.
Γιατί η ζωή είναι δική σου κι έχεις μόνο μία να ζήσεις, δεύτερη δεν παίρνει
κανένας!