Αν μπορούσαμε να φανταστούμε την Ευρώπη σαν μια παρέλαση
κρατών των εκπαιδευτικών συστημάτων της Δύσης, τότε σίγουρα η Φινλανδία θα ήταν
η «σημαιοφόρος», μιας και «αριστεύει» από το 2000 στον τομέα της πρωτοβάθμιας
και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, βάσει του προγράμματος διεθνούς αξιολόγησης
του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), γνωστού και ως
PISA.
Η εν λόγω αξιολόγηση λαμβάνει χώρα ανάμεσα σε 15χρονους
μαθητές/τριες στον τομέα των θετικών επιστημών και στην κατανόηση κειμένου.
Μάλιστα, το 2012, τα αποτελέσματά της σε παγκόσμια κλίμακα κατέστησαν το μικρό, αλλά θαυματουργό αυτό σκανδιναβικό
κράτος τρίτο, μετά τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία.
Το φιλανδικό μοντέλο καταργεί το κατεστημένο και δεδομένο:
Τα παιδιά στη Φινλανδία ξεκινούν το σχολείο στα 7 ή 8 τους χρόνια, έχουν πολύ
λιγότερη δουλειά για το σπίτι απ’ ό,τι οι συνομήλικοί τους σε άλλες χώρες του
κόσμου και καθ’ όλη τη διάρκεια της φοίτησής τους στις 2 πρώτες εκπαιδευτικές βαθμίδες υποβάλλονται μόνο στην τελευταία
τάξη του σχολείου στη διαδικασία των επίσημων εξετάσεων.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι όχι μόνο δεν ενθαρρύνει τον
ανταγωνισμό, αλλά πρυτανεύει η ισότητα των ευκαιριών που εξοβελίζει τον όποιο διαχωρισμό
των μαθητών/τριων σε «δύο ταχυτήτων», γεμίζοντας ταυτόχρονα όλα τα παιδιά με
αυτοπεποίθηση για τον εαυτό και τις ικανότητές τους. Εξάλλου, για τους
Φιλανδούς κάθε μαθητής/τρια, ανεξάρτητα
από την επίδοσή του, μπορεί να προσφέρει στην τάξη και στο σχολείο.
Ακόμα και
οι «αδύναμοι» μαθητές δε χαρακτηρίζονται ως «άχρηστοι» ή «προβληματικοί» και δεν
περιθωριοποιούνται.
Στη μικρή σχολική κοινότητα θα βρεις παιδιά με ειδικές
ανάγκες, μιας και δεν υπάρχουν ειδικά ιδρυματικά σχολεία σκόπιμα. Θα βρεις
βρέφη να μαθαίνουν από μικρά να συνυπάρχουν με μεγάλους και αναπήρους, όπως
στην κοινωνία των μεγάλων, καλλιεργώντας το αίσθημα της ευθύνης και της
αλληλεγγύης στη διαφορετικότητα.
Βασική παιδαγωγική αρχή είναι να ενθαρρύνονται τα παιδιά να εκφράζουν τη γνώμη τους και να
συζητούν με τους δασκάλους- καθηγητές τους και η βαθμολογία τους προκύπτει
κυρίως από τη συμμετοχή τους στις συζητήσεις, που γίνονται μέσα στην τάξη.
Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να μάθουν τα παιδιά τους
να σκέπτονται λογικά μέσα από την κατανόηση πολύπλοκων νοημάτων και
συσχετισμών, πάντοτε μέσα από τη φιλοσοφία
του κριτικού εγγραμματισμού. Με λίγα λόγια τους ενδιαφέρει να αγαπήσουν
τα παιδιά τη μάθηση και το βιβλίο, ώστε να συνεχίσουν να μαθαίνουν μόνα τους
και στην μετέπειτα ζωή τους.
Στη χώρα αυτή οι όποιες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις
πραγματώνονται υπό το πρίσμα κοινών προγραμματισμών και σύμπνοιας μεταξύ των
πολιτικών κομμάτων σε ό,τι αφορά την Παιδεία.
«Η εκπαίδευση μετράει και πρέπει να είναι προτεραιότητα
για μια ολόκληρη κοινωνία, για κάθε κοινωνία, σε κάθε εποχή. Πόσο μάλλον στην
εποχή που ζούμε!», όπως ισχυρίζονται ομόφωνα.
Επίσης, τα πάντα εκεί στηρίζονται στην πλήρη έλλειψη
διαφθοράς. Σε ένα αφιέρωμα που έγινε στην ελληνική τηλεόραση για την φιλανδική
εκπαίδευση, ένας φοιτητής εκεί, όταν ρωτήθηκε από το δημοσιογράφο για τη
διαφθορά, απάντησε ότι «εδώ δεν ξέρουμε τι σημαίνει διαφθορά».
Το ελληνικό σύστημα σε σχέση με αυτά τα δεδομένα φαντάζει
από απαρχαιωμένο έως τριτοκοσμικό. Αλλάζει δε, μορφή, στοχοθεσία, περιεχόμενο
με κάθε νέα κυβέρνηση. Άλλωστε, ας μη ξεχνάμε ότι για μας αν ο εκάστοτε Έλληνας Υπουργός Παιδείας δεν προβεί σε
μεταρρυθμίσεις, δεν πρόκειται να τον θυμόμαστε ή να μείνει στην ιστορία.
Τα συμπεράσματα δικά σας…