Η παιδική μας αθωότητα δε μας επέτρεψε στιγμή να
αμφισβητήσουμε τα παραμύθια με τα οποία όλοι μας έχουμε μεγαλώσει, αυτά που
συνήθως μας έκανε δώρο η νονά μας ή κάποια θεία, που μας τα διάβαζε κάθε βράδυ
η μαμά μας πριν μας φιλήσει στο μέτωπο και μας καληνυχτίσει.
Η αιώνια ευτυχία
που θα ζούσε μετά το τέλος της ιστορίας η Σταχτοπούτα ή η Χιονάτη ήταν
αναμενόμενη και δεδομένη. Ποιος, όμως, εγγυάται στις όμορφες πριγκίπισσες των
παραμυθιών ότι θα παραμείνουν για πάντα ανέγγιχτες απ᾽ τη σκληρή
πραγματικότητα;
Σκεφτήκαμε, άραγε, ποτέ τη Χιονάτη να γεύεται το πώς
είναι να μεγαλώνεις παιδιά και να κρατάς ένα νοικοκυριό, την ώρα που ο
Πρίγκιπας κάθεται άνεργος στην πολυθρόνα με την πίτσα και τη μπίρα
παραμάσχαλα και παρακολουθεί Champions League;
Ή την αθώα Κοκκινοσκουφίτσα να γίνεται υπέρβαρη, επειδή
δε μπόρεσε να αντισταθεί στις λιχουδιές που ετοίμαζε καθημερινά η γιαγιά και η
μαμά της (εξάλλου ο εθισμός στο φαγητό και δη στο «πρόχειρο» μπορεί να πλήξει
τον καθένα μας);
Και για να καταρρίψουμε έναν ακόμα μύθο, αρκεί να πούμε
ότι οι αδελφοί Grimm δεν έγραψαν ποτέ όμορφες ιστορίες με happy end για παιδιά,
αλλά σκοτεινές περιπέτειες για ενήλικες που η εποχή τις λογόκρινε σκληρά και
έτσι άρχισαν οι δυο τους να αφαιρούν ολόκληρα μέρη, ειδικότερα αυτά που έθιγαν
τη μητρότητα, ή ήταν ενάντια στα χρηστά ήθη. Σε ορισμένες περιπτώσεις ,
μάλιστα, τα έγραψαν όλα απ᾽ την αρχή.
Στο Χάνσελ και Γκρέτελ, η βιολογική τους μητέρα τα
εγκατέλειπε στο δάσος, επειδή δεν είχε τα χρήματα για να τα μεγαλώσει και να
τους προσφέρει μια ωραία ζωή.
Στη Σταχτοπούτα η κακία μητριά αρχικά παρακινούσε τις
κόρες της να κόψουν τα δάχτυλα ή τις φτέρνες τους για να χωρέσει το πόδι τους
στο γοβάκι του πρίγκιπα.
Η αθώα Ραπουνζέλ έμενε έγκυος απ᾽ τον πρίγκιπα που
ανέβαινε με τη βοήθεια των μαλλιών της στον ψηλό της πύργο. Γι’ αυτό και
αναρωτιόταν λίγο καιρό μετά γιατί τα ρούχα της είχαν αρχίσει να την στενεύουν
επικίνδυνα στην περιοχή της κοιλιά της.
Στη Χιονάτη και τους Επτά Νάνους, δεν υπήρχε κακιά
μητριά, αλλά το ρόλο αυτό τον «έπαιζε» η βιολογική της μητέρα. Αυτή ήταν που
έστειλε τον κυνηγό στο δάσος για να τη σκοτώσει και να της φέρει πίσω το συκώτι
και την καρδιά της. Στο τέλος, η ίδια έπαιρνε την τιμωρία που της άξιζε:
Αναγκαζόταν να χορέψει φορώντας στα πόδια της καυτά σιδερένια παπούτσια μέχρι
που πέθαινε και το μαρτύριό της τελείωνε.
Αν λέγαμε στα παιδιά το αληθινό τέλος από κάθε παραμύθι
νομίζω πως θα φρίκαραν. Για να είμαστε ειλικρινείς εδώ φρικάρουμε εμείς, όταν τα διαβάσαμε.
Παρ᾽ όλα αυτά, όπως είπε ο Ζάιπς στην εφημερίδα Guardian: «Είναι ώρα οι γονείς κι οι
εκδότες να σταματήσουν να αποχαυνώνουν τα παιδιά. Οι Grimm πίστευαν ότι αυτά τα
παραμύθια προήλθαν φυσικά από ανθρώπους και θα πρέπει να απολαμβάνονται από
ενήλικες και παιδιά. Εάν υπάρχει κάτι προσβλητικό, οι αναγνώστες θα αποφασίσουν
τι θα διαβάσουν για τους εαυτούς τους. Δε χρειαζόμαστε πουριτανούς λογοκριτές
για να μας πουν τι είναι καλό και τι κακό για μας».