Αγαπητό ilov,
σας γράφω κι εγώ, όχι γιατί θέλω
να με συμβουλέψετε για κάτι, αλλά γιατί θέλω να πω κάπου τον καημό μου κι
εσείς, είμαι σίγουρη, θα με καταλάβετε.
Θέλω να σας πω για τον μοναχογιό
μου και τις αχαΐρευτες γυναίκες που μου κουβαλάει. Μεγάλος καημός για μια μάνα,
τι να σας λέω!
Από το δημοτικό φάνηκε ότι δε θα
τα πάμε καλά όταν αγάπησε -μην πω καμιά κουβέντα- την Άννα. Άμα τη βλέπατε
την Άννα θα καταλαβαίνατε. Μια μυτόγκα τεράστια, κάτι ξεπλυμένα γαλάζια μάτια,
κάτι ξασπρισμένα ξανθά μαλλιά, χάλια.
Μετά, στο λύκειο αγάπησε την
Μαρίνα. Κοντή, παχιά και γλωσσού. Ό,τι κι αν της έλεγα όταν την έφερνε σπίτι,
πάντα αντιμιλούσε. Δεν καταλαβαίνω τι κακό είχε που της έλεγα να του στρώσει το
κρεβάτι και να του μαζέψει τα βιβλία στο γραφείο του. Πού θα διαβάζανε δηλαδή
με το χαμό που είχε το δωμάτιό του; Κι άμα δεν κάνει αυτή τις δουλειές ποιος θα
τις κάνει;
Όταν πήγε Λύκειο ερωτεύτηκε τη
Λίλα. Καταρχάς, από το όνομα μπορείς να καταλάβεις τι σόι κορίτσι ήταν. Τι θα
πει το Λίλα; Είναι όνομα αυτό; Πού τους έχανες, πού τους έβρισκες αγκαλιά ήταν.
«Σιγά μωρή» ήθελα να της πω «θα
μου το ρουφήξεις το παιδί». Καμιά φορά το έλεγα κιόλας αλλά ο γιος μου θύμωνε
γιατί την προσέβαλλα, λέει. Μμμμ, εγώ την πρόσβαλα ή αυτή που φιλιόταν παντού
μαζί του; Ευτυχώς πέρασε σε άλλο πανεπιστήμιο και γλιτώσαμε από αυτήν.
Τι τα θες όμως, μετά ήρθαν τα
χειρότερα. Στο πρώτο έτος μου έφερε μια emo που ήταν σαν βαρυπενθούσα χήρα και με
το ζόρι έλεγε μια καλησπέρα.
Στο δεύτερο έτος μας έφερε μια
λολίτα. Εκεί πραγματικά τρόμαξα ότι μπορεί να μου το τυλίξει το παιδί και να
τον παντρευτεί στο άψε-σβήσε με καμιά δήθεν τυχαία εγκυμοσύνη. Αμ, δεν τις ξέρω
εγώ αυτές; Η φούστα της έφτανε μέχρι τον αφαλό και το μπλουζάκι ίσα που κάλυπτε
τα επίμαχα. Του δικού μου του τρέχανε τα σάλια -κάτι τέτοια τους κάνουνε και
τους τρελαίνουνε.
Το παιδί μου δεν ξέρει από αυτά,
είναι αγνό. Πάλι καλά που ήμουν εγώ και το προστάτεψα. Πώς; Ε, μια μάνα πάντα
ξέρει τα σωστά λόγια για να κάνει το γιο να νιώσει ενοχές. Τελικά, αργήσαμε
αλλά γλιτώσαμε κι από δαύτην.
Όταν πήγε φαντάρος τα είχε με μια
που δεν άφηνε πάρτι για πάρτι. Μαράζωνε το αγόρι μου εκεί στα σύνορα, αυτός να
φυλάει σκοπιές κι αυτή να γλεντάει δεξιά κι αριστερά. Καμία συμπαράσταση δεν
του έκανε. Ποτέ δεν ξύπνησε κι αυτή στις έξι το πρωί, έτσι να πει ότι συμπάσχει
μαζί του, έστω κι από μακριά. Μόνο του έστελνε μηνύματα ότι πάει για ύπνο
εκείνη την ώρα και πόσο τον αγαπάει. Μου το μαράζωσε το αγόρι. Αν δεν ήμουν εγώ
να βάλω το χεράκι μου θα μου το ʾχε πεθάνει. Πες πες, την ξεφορτώθηκα κι αυτήν,
δόξα τω Θεώ.
Ύστερα βρήκε μια εξαιρετική
δουλειά σε μια μεγάλη εταιρεία. Πήρε και αυτοκίνητο, του αγόρασα τα κουστούμια
του, τις γραβάτες του, τον είχα πάντα καθαρό και σιδερωμένο, στην πένα. Σωστός
σταρ του Χόλυγουντ το αγόρι μου.
Την καλύτερη μπορούσε να βρει,
την καλύτερη! Και μου φέρνει ποια; Μια ζωντοχήρα με δυο παιδιά! Αν είναι
δυνατόν. Ο δικός μου ο γιος να μπλέξει σε μια τέτοια ιστορία και να τον βάλει η
άλλη να μεγαλώνει τα ξένα παιδιά! Όχι βέβαια! Όμως εδώ είχα να κάνω με δύσκολη
κατάσταση. Αυτή δεν ήταν σαν τα άλλα κοριτσάκια, αυτή είχε πείρα.
Έπαιξα λοιπόν με τα όπλα της. Του
είπα με το πιο αθώο ύφος μου: «Κάνε ό,τι θες. Όμως να ξέρεις ότι πας να
καταστρέψεις τη ζωή σου κι εγώ δεν πρόκειται ποτέ να στηρίξω έναν τέτοιον γάμο».
Έκανα και μούτρα για λίγο καιρό... ε, δεν ήθελε και πολύ. Το διέλυσε σχεδόν
αμέσως. Δεν το ξέρω εγώ το παιδί μου; Δεν είναι για τέτοια, δύσκολα.
Τώρα όμως που πλησιάζει τα 40
άρχισα να ανησυχώ. Όλοι του οι φίλοι και οι συγγενείς μας έχουν ήδη αρχίσει να
παντρεύονται και να κάνουν παιδιά, αυτός όμως τίποτα. Ούτε κουβέντα για γάμο.
Εντάξει, δε με πειράζει που του μαγειρεύω και που έρχεται κάθε μέρα σπίτι μου
για να φάει. Ούτε που του σιδερώνω όλα τα πουκάμισα και τα παντελόνια. Ούτε που
πηγαίνω μια φορά τη βδομάδα να του καθαρίσω το σπίτι. Ούτε που του πληρώνω τις
ασφάλειες. Ούτε που μιλάμε κάθε μέρα στο τηλέφωνο.
Παιδί μου είναι. Αίμα μου, έτσι
πρέπει. Αλλά πρέπει κι εγώ κάποια στιγμή να γίνω γιαγιά. Κουράστηκα να τον
υπηρετώ. Καιρός είναι να αναλάβει μια γυναίκα να τον φροντίζει, να τον πλένει,
να τον καθαρίζει, να του κάνει και κανά παιδί. Μη μείνει μαγκούφης.
Τώρα που το σκέφτομαι, μόλις
γύρισε από την Αγγλία που σπούδαζε η κόρη της παλιάς μου συμμαθήτριας από το
χωριό. Καλή κοπέλα, 25 χρονών, σεμνή φαίνεται, έχει και την προίκα της, το
σπιτάκι της. Αυτή μάλιστα! Αυτό θα κάνω. Θα τη «ρίξω» δίπλα το, θα του πω και
δυο «αθώες» κουβεντούλες κι όλα θα γίνουν όπως πρέπει...
Όχι παίζουμε!