Το δωμάτιο φωτεινό, η μπαλκονόπορτα μισάνοιχτη να χωράει
το αεράκι κι εγώ απολαμβάνω το καφεδάκι μου παρέα με το κάρμα.
Στην ίδια γωνία που μ᾽ άφησες. Εκεί που βρισκόμουν με το
τηλέφωνο στα χέρια, να σ᾽ ακούω να με χωρίζεις από την άλλη γραμμή.
Είχα ακούσει για τα περίεργα παιχνίδια που μας παίζει η
ζωή, μα ομολογώ πως αυτό δεν το περίμενα. Μέσα σε μόλις 30 δεύτερα δολοφόνησες κάθε όμορφη στιγμή μας.
Χωρίς αιτία, χωρίς αφορμή.
Θυμάμαι έκλεισα το τηλέφωνο χωρίς να πω λέξη. Φανερά
σοκαρισμένη στάθηκα δίπλα στο παράθυρο, καλή ώρα, άναψα τσιγάρο και προσπαθούσα
να θυμηθώ τα λόγια σου. Στάθηκα σε εκείνο το «βασικά το μεταξύ μας τελείωσε».
Πιάνω την ιστορία απ᾽ την αρχή. Εσύ να με διεκδικείς κι
εγώ να φοβάμαι να σου ανοιχτώ. Κάθε μέρα να φωλιάζει μέσα μου η ελπίδα για
έρωτα μέσα από δικά σου μικρά πράγματα. Υποσχέσεις και λόγια που φάνταζαν
αληθινά, αφού σύντομα τα έκανες πράξη.
Η παραμικρή αμφιβολία για προδοσία εκδιώχτηκε κι η
εμπιστοσύνη ξεπερνούσε σε τοίχους τα θεμέλια. Αναρωτιόμουν πώς το είχες καταφέρει
αυτό. Δεν ξέφευγες απ᾽ τις γραμμές μου, αλλά ζωγράφιζες πλάι μου. Πλησίασες
τόσο τα όριά μου και μου άπλωσες το χέρι να τα ξεπεράσω μαζί σου.
Έσπασες άμυνες και φοβίες και δημιούργησες ασπίδες
ασφάλειας.
Με μία ολιγόλεπτη κλήση, όμως, μου τα πήρες πίσω. Με το «έτσι
θέλω». Χωρίς να αναλογισθείς τα συντρίμμια που άφησε πίσω ο ήχος της φωνής σου.
Ήρθαν και σκέπασαν μαύρα σύννεφα την ψυχή μου.
Με αντικατέστησες. Γρήγορα. Απλά.
Τα άκρα μου άρχισαν να μουδιάζουν κι ο εγκέφαλος μου αρνιόταν
να δεχτεί τις πληροφορίες.
Οι αντιδράσεις που ακολούθησαν κάθε άλλο παρά
φυσιολογικές ήταν. Ξέσπασα σε γέλια και το μόνο που ευχόμουν να μην προσπαθήσεις
να με πλησιάσεις ξανά.
Δε χρειάζομαι εξηγήσεις. Ούτε τον οίκτο σου για το πώς θα
καταφέρω να συνεχίσω. Κρατώ το υστερικό μου γέλιο και παραδέχομαι την ήττα μου,
αν έτσι βολεύεσαι. Μα ποιος νίκησε ή όχι σ᾽ αυτό το παιχνίδι, άσε να το κρίνει
η ιστορία.
Στα δικά μου τα μάτια φαίνεσαι πια μικρός και γελοίος.
Καμία απολογία δεν μπορεί να αναιρέσει τις πράξεις σου. Καμία αδιαφορία δε σε
σώζει απ᾽ τον σίγουρο συναισθηματικό όλεθρο.
Σκέφτηκα πολλές φορές να σ᾽ εκδικηθώ. Μηχανορραφίες και
σεργιάνι σε ύπουλα μονοπάτια, με μόνο σκοπό να σε πληγώσω. Να σε αδειάσω
συναισθηματικά με τον ίδιο τρόπο και το ίδιο κόστος.
Μα ήταν σφηνωμένη στο κεφάλι μου η φράση: «Η ζωή ό,τι της
δίνεις, σου χαρίζει».
Μ᾽ αυτό το σκεπτικό, λοιπόν, θα πορευτώ. Η ζωή επιστρέφει
συμπεριφορές. Δεν έχω λόγο να μην την εμπιστευτώ. Πλήρωσα μια δική μου
συμπεριφορά του παρελθόντος, τώρα θα κερδίσω ανωτερότητα και σεβασμό.
Ίσως ο επόμενος που περιμένει στη γωνία, μου χαρίσει
απλόχερα όλα αυτά που εγώ έδωσα.
Για σένα, δε μου καίγεται καρφί. Το κάρμα θα φροντίσει να
μ᾽ εξιλεώσει, μα εύχομαι να μην είναι αργά ώστε να το ευχαριστηθώ λιγάκι.
Ήδη με ψάχνεις. Εμφανίζεσαι ξαφνικά σίγουρος πως θα μ᾽
αναστατώσεις. Το κενό μου βλέμμα και την ευγενική μου διάθεση δεν την είχες
σχεδιάσει. Το αστείο είναι πως ούτε εγώ προσχεδίασα κάποια κατάσταση.
Ο εγωισμός σου, όμως, πληγώνεται με αυτό και σε βγάζει απ᾽
την αρχή ηττημένο. Πώς άλλωστε να δεχτείς ότι δεν αντέδρασα! Η απάθειά μου δε σου
δίνει την ικανοποίηση και προβαίνεις σε ενέργειες που ταΐζουν την αυτοεκτίμησή
μου.
Μόνο να σ᾽ ευχαριστήσω μπορώ και να λυπηθώ ίσως για την
κατάντια σου.
Οι άνθρωποι είμαστε περίεργα όντα. Λειτουργούμε εγωιστικά
με γνώμονα την εκδίκηση. Εάν κάποιος μας πληγώσει, προσαρμόζουμε έτσι τις ζωές μας,
ώστε να προκαλέσουμε στον θύτη τον διπλάσιο πόνο.
Η δική μου εκδίκηση ήταν τα μηνύματα που δεν έστειλα, τα
τηλέφωνα που δεν πήρα, τα κλάματα που δεν έριξα, που δε σ᾽ αναζήτησα μετά από
εκείνο το τηλεφώνημα. Πονάει πολύ όχι το ότι δε λειτούργησα με στρατηγικές, αλλά πως δεν είχα στ᾽ αλήθεια την ανάγκη να ενεργήσω διαφορετικά.
Θα καταλάβεις τη διαφορά, εν καιρώ. Όταν θα ζητάς
παντελονάτες συμπεριφορές και θα λαμβάνεις παιδιαρίσματα.
Τώρα τον πούλο. Κι έχε κατά νου ότι είναι ρόδα και
γυρίζει. Και όταν γυρίσει, γαμάει.