Καλησπέρα σας, καλώς ήρθατε… Α, και καλό μήνα!
Είναι, λοιπόν, που λέτε κάτι που παρατηρώ εδώ κι αρκετό
καιρό και με τρώει η πέννα μου. Τόσο σε επίπεδο επαγγελματικό (ραντεβού face to
face λόγω συμβουλευτικής) όσο και σε προσωπικό (συζητήσεις με
φίλους/φίλες/ευκαιριακούς συντρόφους), βλέπω κάτι που δε σταματάει ποτέ να με
προβληματίζει:
Σχεδόν όλοι κι όλες έχουν πρόβλημα με το ότι κάποιος
άλλος δεν τους εκφράζει τα συναισθήματά του, δεν τους ανοίγεται αρκετά, δεν
τους αγαπάει, ρε αδερφέ!
Έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι εδώ μέσα δε θα κάνω το
χαρούμενο ψυχολόγο. Γι’ αυτό, λοιπόν, σήμερα μιλάμε σε επίπεδο καθαρά φιλικό
(δηλαδή σας τραβάω λίγο το αυτάκι επειδή ορισμένοι με πρήζετε).
(Παράλληλα ακούω AC/DC στη διαπασών, γι᾽ αυτό κι έχω
ορεξούλες, οπότε μη με παρεξηγήσετε).
Πρώτον και κύριον:
Δε γίνεται να αισθανθείς πράγματα απ᾽ το πουθενά.
Το συναίσθημα δεν έχει διακόπτη on/off. Είναι πολλά αυτά
που επιδρούν πάνω του, το εντείνουν, το μεγαλώνουν ή το μικραίνουν, το
ενισχύουν ή το βάζουν στον πάγο.
Το συναίσθημα επηρεάζεται ουσιαστικά από δύο παράγοντες,
τη σκέψη και τη συμπεριφορά. Δε θα τα αναλύσω περαιτέρω, θα μας πάρει μέχρι το
καλοκαίρι.
Το ζουμί εδώ είναι ότι τόσο οι σκέψεις που συνοδεύουν
έναν άνθρωπο μέσα σου (π.χ. αναμνήσεις, προσδοκίες), όσο και το πώς φέρεται,
μπορεί να επηρεάσουν το τι αισθάνεσαι για εκείνον/η (όπως και το πόσο έντονο
είναι αυτό που αισθάνεσαι).
Δεν μπορείς να νιώσεις πράγματα, αν οι άλλοι δύο
παράγοντες δεν είναι πρώτον: σε λειτουργία, και δεύτερον: σε ισορροπία μεταξύ
τους.
Δεύτερον:
Δεν μπορείς να νιώσεις πράγματα για τον άλλον άμεσα, κάτι
που πολύς, πολύς κόσμος (εδώ με πιάνει απόγνωση) δεν μπορεί (και κυρίως δε
θέλει) να αντιληφθεί…
Αντίστοιχα, δε γίνεται κι ο άλλος να νιώσει πράγματα για
σένα μέσα σε διάστημα ημερών.
Take your time, ρε! Μην το πιέζετε το συναίσθημα, και
ειδικότερα σε κάποιον άλλο. Σκεφτείτε το εξής απλό: αν δεν είναι κάποιος σε
επαφή με το «μέσα» του, κανείς από τους «έξω» δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό.
Κι όσο προσπαθεί, τόσο θα χτυπάει τοίχο. Και θα
γκρινιάζει, και θα πίνει, και θα θυματοποιείται. Ναι κορίτσια, εσάς λέω.
Τρίτον και φαρμακερόν:
Το ότι περιμένουμε κάτι από κάποιον, το ότι το αναζητάμε
σ’ αυτόν και δημιουργούμε προσδοκίες είναι καθαρά (ναι, όλοι μαζί με μία φωνή
τώρα) «δικό μας θέμα!»…
Όχι, δε θα νιώσει κάποιος κάτι για σένα επειδή εσύ το
περιμένεις από εκείνον/η, επειδή «εσύ είσαι διαφορετικός/ή απ’ τους
προηγούμενους ή επειδή «μα εγώ τον/ην αγαπάω, πώς γίνεται να μη νιώθει το
ίδιο;»
Τέταρτον και σημαντικότερον:
Άμα ο άλλος δε θέλει να σου ανοιχτεί, λόγω του ότι είναι
καλά ακριβώς έτσι όπως είναι (δηλαδή κάνουμε ό,τι κάνουμε και γεια σας), δεν
υπάρχει σχεδόν καμία περίπτωση να αλλάξει αυτό.
Όχι, λάθος. Ξεχάστε το «σχεδόν». Δεν υπάρχει καμία
περίπτωση.
Αν ο άλλος έχει βολευτεί εκεί που είναι, αν του δίνετε
αυτά τα οποία χρειάζεται, για ποιο λόγο να ζητήσει κάτι άλλο;
Αντίστοιχα, γιατί να δώσει κάτι παραπάνω; Το γεγονός ότι
εσείς προσφέρετε, επενδύετε και πιθανόν ζητάτε περισσότερα είναι θέμα καθαρά
δικό σας.
Αλήθεια, επί τούτου, γνωρίζει ο άλλος ότι εσείς θέλετε
κάτι παραπάνω; Κι αν ναι, περνάει απ’ το χέρι του να σας το δώσει; Κι αν ναι
(τελειώνω, τελειώνω), θέλει;
Τον σκεφτόμαστε άραγε καθόλου; Μπαίνουμε λίγο και στη
δική του θέση;
Καταλήγοντας, το συναίσθημα πρέπει να είναι πηγαίο και
αυθόρμητο. Πρέπει να έρχεται με φυσιολογικό ρυθμό, στο χρόνο του, χωρίς
εξαναγκασμό/χειριστική συμπεριφορά (δε μ’ αγαπάς, γιατί δε μ’ αγαπάς;!! - Όχι,
κακό, τζιζ, μην το κάνετε).
Τον άλλον πρέπει να τον έχεις επιθυμία, κι όχι ανάγκη. Το
συναίσθημά του, το ίδιο.
Μην εξαναγκάζετε λοιπόν τους άλλους, γιατί θα δεχτείτε
ψέματα, «παπάτζες» και συμβιβασμούς και τελικά θα φάτε τα μούτρα σας…
Δικαιολογημένα μεν (όλοι πρέπει να μάθουμε at some point), αχρείαστα δε.
Till next time…