Όποιος κι αν ακούσει ή σκεφτεί τη λέξη «θάνατος», στο νου του έρχεται κάτι
άσχημο και σκοτεινό. Μας προκαλεί δέος, μαζί μ’ ένα τρομερό συναίσθημα απώλειας
ή ολικής καταστροφής.
Είναι λογικό, όμως, αν σκεφτούμε χωρίς συναίσθημα, ο
θάνατος είναι η βασική αιτία που ζούμε. Συγκεκριμένα, ο φόβος θανάτου αποτελεί
τη βασική αιτία επιβίωσης του ανθρώπινου είδους.
Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι κανένα άλλο ον, πλην του
ανθρώπου, δεν έχει συνείδηση του γεγονότος πως ο θάνατος είναι η μόνη
αναπόφευκτη μοίρα της ζωής. Αυτή η επίγνωση είναι αρκετή, για να δώσει στο
άτομο την αίσθηση πως είναι τρομερά
αδύναμο μπροστά στη φύση.
Όλοι φοβόμαστε το θάνατο! Είναι μια σκληρή αλήθεια.
Ερχόμαστε αργά ή γρήγορα κοντά του σε διάφορες φάσεις της ζωής μας. Μπορεί να
αφορά μια δική μας εμπειρία (π.χ ένα σοβαρό ατύχημα ή ασθένεια), είτε μπορεί να
αφορά τον κίνδυνο θανάτου ή και θάνατο ενός αγαπημένου μας προσώπου.
Σʾ αυτή την περίπτωση, η υπεροχή του θανάτου κατά κανόνα
υπερεκτιμάται και προκαλούνται αισθήματα κατωτερότητας κι ανημποριάς. Αυτά με
τη σειρά τους οδηγούν σʾ ένα «νευρωτικό» σχέδιο ζωής, όπου κυριαρχεί το διάχυτο
ανεξέλεγκτο άγχος και τα ψυχοσωματικά συμπτώματα.
Οι περισσότεροι άνθρωποι υιοθετούν διάφορα τεχνάσματα
στην πάλη τους ενάντια στο θάνατο. Η δράση κι η αντίδραση έχουν ως κύριο στόχο
την άμεση ανακούφιση απʾ αυτή την ιδέα.
Μερικοί καταφεύγουν
στην τεχνική του στροθοκαμηλισμού. Προσπαθούν, δηλαδή, ν’ αποφύγουν κάθε
τέτοιου είδους σκέψη, κάθε είδους επαφή με τον πραγματικό τρόμο. Γίνονται ψυχαναγκαστικές
ή ιδεοληπτικές προσωπικότητες, όπου το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και η
κινδυνολαγνεία εκδηλώνονται σε βαθμό υπερβολής. Γενικά αναπτύσσουν άγχη στα
τρία βασικά ζητήματα της ζωής: κοινωνία, επάγγελμα και έρωτα.
Για παράδειγμα, ένας ώριμος και καταξιωμένος
επαγγελματικά άνδρας, παραπονιέται πως δεν είναι τυχερός στον έρωτα και τις
σχέσεις, γιατί παραδέχεται ότι έχει τον «μαλακομαγνήτη».
Μέσα απʾ την προσωπική του αναζήτηση, όμως, κατανόησε πως
η βαθύτερη αιτία των ατυχών σχέσεων ήταν ότι αυτές υποσυνείδητα επεδίωκε. Αυτές
τον βόλευαν, διότι δεν ήθελε νʾ αποχωριστεί την εστία του και τη μητέρα του απʾ
τον πρωταρχικό φόβο, μήπως πάθει κάτι κακό, όταν αυτός απομακρυνθεί από κοντά
της και πεθάνει.
Το βασικό σχέδιο ζωής, λοιπόν, αυτού του άντρα ήταν να
μην αποχωριστεί τη μητέρα. Κατάφερε, όμως, νʾ αντισταθμίσει αυτή την αδυναμία
του, με κοινωνική κι επαγγελματική καταξίωση και δύναμη.
Σ’ ένα πιο φυσιολογικό σχέδιο ζωής, υπάρχουν δύο βασικοί
τρόποι για νʾ αντιμετωπίσει κανείς τον θάνατο με μια «βεβαιότητα» νίκης.
Ο πρώτος αφορά το ζευγάρωμα και τη διατήρηση του είδους.
Έτσι, μεγαλώνουμε μʾ απώτερο σκοπό να παντρευτούμε, να δημιουργήσουμε και νʾ
αναθρέψουμε απογόνους. Το σχέδιο εδώ αφορά στη συνέχιση της ζωής, τη γονιδιακή
κληρονομιά.
Ο θάνατος δε σηματοδοτεί το τέλος μας, γιατί υπάρχουμε
μέσα απʾ τους απογόνους μας. Σ’ ένα ακόμη πιο υψηλό ιδανικό συμβάλλουμε στην
ενδυνάμωση και την «πλήρωση» του μέλλοντος της ανθρωπότητας. Είναι μια απʾ τις
πιο υγιείς επιλογές αναπλήρωσης κι αντιστάθμισμα για το φόβο θανάτου.
Η δεύτερη μέθοδος έχει ως στόχο την επιλογή επαγγέλματος
ή την ιδιότητά μας ως άνθρωποι. Ταιριάζει περισσότερο στις προσωπικές μας
φιλοδοξίες και πώς επιλέγουμε να ζήσουμε, ώστε να επηρεάσουμε τη ζωή του
μέλλοντος. Αυτό είναι ένα υψηλό κίνητρο που δρομολογεί το βίο πολλών σπουδαίων
ανθρώπων γνωστών ή μη. Επιστήμονες, καλλιτέχνες, άνθρωποι που δημιούργησαν
ανθεκτικό έργο στους τομείς τους ώστε να προάγουν το ανθρώπινο είδος και να μεταφέρουν
την κοινωνία ένα βήμα παραπέρα.
Ένα παιδί επιλέγει να γίνει γιατρός γιατί υπάρχει μέσα
του η ανάγκη για έλεγχο της ανθρώπινης ζωής και για αντιμετώπιση του θανάτου.
Μέσα απʾ το έργο πολλών ποιητών, ζωγράφων ή φιλοσόφων αντιλαμβάνεσαι τη βαθιά
αγωνία για έρωτα και νίκη του θανάτου. Ο Λ. Τολστόι έγραψε: «Όταν δεν ξέρω πώς
να ενεργήσω σε μία κατάσταση, σκέφτομαι το εξής: τι θα έκανα αν επρόκειτο να
πεθάνω αύριο;»
Τέλος, αν όλα αυτά δεν αποδώσουν και δεν ανακουφίσουν την
ανθρώπινη ψυχή απʾ τη βιαιότητα του συναισθήματος του θανάτου, τότε ο άνθρωπος
στρέφεται στα χέρια του θεού του, στη θρησκεία και τον πνευματισμό. Η πίστη
στην ανάσταση του θεανθρώπου, η αθανασία της ψυχής ή οι μετενσαρκώσεις
αποτελούν νίκες ενάντια στο οριστικό τέλος που δίνει το ενδεχόμενο θανάτου.
Όσο βαρύ και αν είναι ένα γεγονός/συναίσθημα απώλειας δεν
παύει να αποτελεί κινητήρια δύναμη για τη συνέχιση της ζωής. Ας επιλέγουμε
πάντα να μετασχηματίζουμε τον πόνο μας σε δύναμη για ζωή και να μένουμε στη
φωτεινή της πλευρά.