Όλοι έχουμε φανταστεί τον τέλειο σύντροφο. Όλοι. Ανεξαιρέτως. Κάποιες ονειρεύονται τον πρίγκιπα του παραμυθιού, άλλες τον αλήτη με τη μηχανή. Κάποιοι φαντάζονται την τέλεια νοικοκυρά κι άλλοι το top model με τα δίμετρα πόδια. Δεν έχει τόση σημασία για το ευρύ κοινό ποιο είναι το ιδανικό ταίρι για σένα, αρκεί που εσύ το γουστάρεις.
Βρίσκεται, κάποτε, ένας άνθρωπος που πληροί όλα όσα
ονειρεύτηκες.
Όλα όσα θέλησες. Καλύπτει κάθε προσδοκία σου. Είναι τόσο
υπέροχος που δεν πιστεύεις πως είναι αληθινός. Ψάχνεις να βρεις το λάθος σε
κάθε του κίνηση.
Δυστυχώς, έχουμε μάθει να είμαστε καχύποπτοι και δεν
μπορούμε να δεχτούμε πως κάποιος μπορεί να είναι αντάξιος των προσδοκιών μας.
Κανείς δεν μπορεί να είναι αψεγάδιαστος. Έτσι μας έμαθαν να φερόμαστε.
Τον ερωτεύτηκες απ᾽ την πρώτη στιγμή που τον είδες. Αυτό
το αθώο βλέμμα του, τα κοκκινισμένα μάγουλά του απ’ τη ντροπή, η αφέλεια του.
Ταυτόχρονα η εξυπνάδα του, το χιούμορ του, ο αντρισμός του.
Πόσο υπέροχο είναι να συνδυάζει ένας άνθρωπος τα πάντα;
Να ξέρει πότε πρέπει να’ ναι παιδί και πότε άντρας. Ναι, αυτό είναι ερωτεύσιμο
και δε χωρούν αμφιβολίες.
Τα καλοκαίρια περπατούσατε πιασμένοι απ’ το χέρι σε
κάποια αμμουδιά. Ύστερα πλατσουρίζατε στα γαλανά νερά και φιλιόσασταν κάτω απ᾽
το άπλετο φως του ήλιου.
Οι αχτίδες του καυτού ήλιου άγγιζαν το πρόσωπό σου τόσο
έντονα, που άφηναν τα σημάδια τους πάνω σου. Κι εκείνος έτρεχε να σε
περιποιηθεί. Να βρει εφημερεύον φαρμακείο, να σου αγοράσει κρέμα και να στην
απλώσει στα καψίματα σου για να μην πονάς. Ήξερε πόσο ευαίσθητη ήσουν και πάντα
σε φρόντιζε για να μην πάθεις τίποτα.
Τους χειμώνες, χαζεύατε τα χιονισμένα χαμόσπιτα και τις
βουνοκορφές καθώς τα βλέπατε από ψηλά μέσα σ' εκείνο το τελεφερίκ. Κρύωνες και
σου έδινε το μπουφάν του. Σε κρατούσε αγκαλιά κι ένιωθες την απόλυτη ασφάλεια.
Χουχουλιάζατε κάτω απ’ τα σκεπάσματα τα κρύα πρωινά που
αρνούταν να πάει στη δουλειά. Έμπλεκε τα πόδια του με τα δικά σου, σου χάιδευε
τα μαλλιά κι αποκοιμιόσασταν για λίγη ώρα ακόμα.
Η μυρωδιά του φρέσκου καφέ, τρυπούσε τα ρουθούνια σου και
ξυπνούσες. Ήξερες πως πάλι σηκώθηκε νωρίτερα για να σου φτιάξει πρωινό.
Όχι, δεν μπορείς να δεχτείς ότι ένα τέτοιο πλάσμα σ’
ερωτεύτηκε. Σου είναι αδιανόητο πως κάποιος κάνει τα πάντα για να σ’
ευχαριστήσει. Μοιάζει τόσο ονειρικό. Κάθε τι που ζητούσες, μπορούσες να το
έχεις.
Όνειρα. Πολλά όνειρα. Είσαι σίγουρος πια πως θέλεις να
περάσεις την υπόλοιπη ζωή σου δίπλα του. Εκπληρώνει κάθε σου επιθυμία, σ’
αγαπάει, σε νοιάζεται, σε σέβεται, σε φροντίζει. Σε ακούει, σε βοηθάει, σε
στηρίζει, είναι πάντα εκεί. Ακόμα και για τα πιο ανόητα πράγματα.
Για τη σοκολάτα που θέλησες στις τρεις το χάραμα, για την
αγκαλιά που χρειάστηκες ενώ βρισκόταν μίλια μακριά. Δεν υπολόγισε ποτέ
αποστάσεις, ώρες και λεπτά. Βρισκόταν πάντα εκεί για σένα, σαν ένα τζίνι που
βγαίνει απ’ το λυχνάρι και σου προσφέρει τρεις ευχές.
Κι εσύ απ’ την άλλη να φοβάσαι. Να φοβάσαι να μην κάνεις
κάποιο λάθος και χαλάσεις τ’ όνειρο. Και πάνω στην προσπάθειά σου να τα κάνεις
όλα τέλεια, τα κάνεις μαντάρα. Γιατί όση περισσότερη προσπάθεια καταβάλλεις για
να μην κάνεις κάτι, τόσο πιο εύκολο είναι να ενδώσεις τελικά.
Πέφτεις σε λάθη και το χειρότερο είναι πως δεν το
καταλαβαίνεις. Προσπαθείς τόσο πολύ για να είσαι τέλειος, που στο τέλος χάνεται
η μαγεία. Αρχίζεις να δημιουργείς καβγάδες απ᾽ το πουθενά. Βρίσκεις προβλήματα
χωρίς να υπάρχουν. Θυμώνεις, φωνάζεις, κλαις. Κι αντί να σου θυμώσει, σου
σκουπίζει τα δάκρυα και σου λέει πως δε θέλει να κλαις. Θέλει μόνο να
χαμογελάς.
Κι έρχεται η ώρα της συνειδητοποίησης. Ξέρεις πολύ καλά
πως με αυτόν τον άνθρωπο μπορείς να φτιάξεις μια υπέροχη οικογένεια. Ναι, την
έχεις φανταστεί. Και ναι, ξέρεις πως το έχει κάνει κι εκείνος. Αλλά δε νιώθεις
έτοιμη γι αυτό. Έχεις τόσα πράγματα να κάνεις, τόσα να μάθεις.
Έχεις να ζήσεις. Ν’ αποκτήσεις εμπειρίες. Να ταξιδέψεις.
Να βγεις, να ξενυχτίσεις, να φωνάξεις στη μέση του δρόμου γιατί μέθυσες. Να μην
υπολογίσεις τίποτα και να σηκωθείς ένα πρωί, να πάρεις δυο ρούχα στην τσάντα
σου και φύγεις για μια μικρή απόδραση. Μόνος. Γιατί χρειάζεσαι τον προσωπικό
σου χώρο και χρόνο.
Και πώς μπορείς ν’ απαιτήσεις απ᾽ τον άλλον να το
αποδεχτεί εφόσον έχει τελείως αντίθετη άποψη για τα πράγματα και τη ζωή; Πώς να
τον κάνεις ν’ αλλάξει τα «θέλω» του και τα «πιστεύω» του για σένα; Δεν μπορείς.
Θα τον κάνεις δυστυχισμένο.
Έτσι, αποφασίζεις να φύγεις αθόρυβα. Όσο κι αν σε πονά.
Γιατί είσαι μικρή και θέλεις να ζήσεις πράγματα που εκείνος έχει ήδη ζήσει και
δεν είναι διατεθειμένος να επαναλάβει. Και το καταλαβαίνεις.
Απλά συνειδητοποιείς πως βρήκες τον τέλειο άνθρωπο στην
πιο λάθος στιγμή.
Σε πονάει αυτή η φυγή.
Μα προχωράς. Κι ας γνωρίζεις πως όσα χρόνια κι αν
περάσουν, όσους ανθρώπους κι αν συναντήσεις, κανείς δε θα είναι σαν εκείνον.