Ανοίγεις τα μάτια σου μετά από
έναν πολύωρο ύπνο. Το είχες ανάγκη. Καλύτερα να κοιμάσαι και να ονειρεύεσαι,
παρά να είσαι ξύπνιος και να σκέφτεσαι. Να θυμάσαι πράγματα που σε πονάνε.
Στο μυαλό σου τριγυρίζει συνέχεια
η μορφή του. Πού βρίσκεται, τι κάνει, πώς περνάει και με ποιον. Αναρωτιέσαι αν
σε σκέφτεται. Αν νοσταλγεί τις στιγμές σας. Αν τώρα που έφτασαν Χριστούγεννα,
λυπάται που δε θα στολίσετε και πάλι το δέντρο μαζί.
Θυμάσαι τις πρώτες σας γιορτές
σαν ζευγάρι. Τα κόκκινα, αγιοβασιλιάτικα σκουφάκια που πλαισίωναν τα κεφάλια
σας, το στόλισμα του δέντρου, τα χαμόγελα και τις φωνές σας. Θυμάσαι ακόμα, πως
δεν μπορούσες να τʾ ανοίξεις το ρημάδι το δέντρο κι εκείνος, με μια του κίνηση,
το έκανε να φαίνεται παιχνιδάκι.
Κοιτάζεις τις φωτογραφίες σας.
Μοιάζατε ευτυχισμένοι. Πώς ένα άψυχο χαρτί μπορεί να σου φέρει δάκρυα στα
μάτια; Πώς μπορεί να φυλακίζει στιγμές ευτυχίας και να τις κρατά ζωντανές ακόμα
κι αν, πλέον, έχουν πεθάνει. Στιγμές του παρελθόντος που αναβιώνουν μπροστά στα
μάτια σου ξανά και ξανά, κάθε φορά που κοιτάζεις το πολύχρωμο χαρτί.
Για κάθε φωτογραφία που
κοιτάζεις, ζεις ξανά σʾ εκείνη τη χρονική περίοδο. Ζεις την ιστορία από την
αρχή.
Λες κι όλα ήταν χθες. Κι ας έχουν
περάσει χρόνια.
Δεν έχεις όρεξη φέτος να
γιορτάσεις και νʾ ακούσεις τα Χριστουγεννιάτικα τραγούδια που τόσο λατρεύεις.
Δε σου κάνει αίσθηση να βάλεις μόνη το αστέρι στην κορυφή του δέντρου. Ούτε να
φτιάξεις μελομακάρονα θέλεις. Τι να τα κάνεις; Έτσι κι αλλιώς, δεν είναι εδώ να
τα χλαπακιάσει με μανία κι ευχαρίστηση. Δε θα σου πει πόσο υπέροχα τα έφτιαξες
και πόσο σʾ αγαπάει που τον φροντίζεις. Ούτε πόσο ευτυχισμένος που σʾ έχει
δίπλα του.
Θα έρθει κι ο νέος χρόνος, θα
πρέπει να στείλεις ευχές σε γνωστούς και φίλους. Θα βγεις να διασκεδάσεις με
την παρέα σου, θα πιείτε μέχρι τελικής πτώσεως, θα παίξετε και κανα χαρτάκι για
το εθιμοτυπικό της περίστασης.
Μα εκείνος δε θα βρίσκεται εκεί.
Κι εσύ, ποιον θα ʾχεις νʾ ανταγωνιστείς τώρα στο ποτό; Πάλι θα γίνουν όλοι
ντίρλα και θα μείνεις ο μόνος νηφάλιος. Κάποτε είχες την παρέα του να σε
συντροφεύει μέχρι να καταφέρεις κι εσύ να μεθύσεις.
Ποιος θα σου δανείσει μάρκες όταν
χάσεις τις δικές στο πόκερ; Ποιος θα σου δώσει το πρώτο φιλί της νέας χρονιάς;
Θα λάβεις δεκάδες μηνύματα μʾ
ευχές για το νέο έτος. όμως, εκείνος δε θα στείλει. Δε θα σου πει ξανά «καλή
χρονιά να έχουμε, γεμάτη έρωτα, αγάπη κι ευτυχία.»
Όταν σου τα ʾλεγε, το είχες
συνηθίσει πια κι απαντούσες τυπικά, μα τώρα μοιάζει η πιο όμορφη ευχή. Ίσως,
γιατί ξέρεις πως δεν το έχεις πια. Ίσως γιατί είναι κάτι που δεν μπορείς να
θεωρείς δεδομένο.
Γιατί έτσι είμαστε οι άνθρωποι.
Όσο πιο μακριά μας βρίσκεται κάτι, τόσο πιο πολύ το ποθούμε. Όταν χάνουμε
κάποιον, ξαφνικά θεοποιείται στα μάτια μας κι όλα όσα μας έκαναν νʾ
απομακρυνθούμε από δίπλα του, μοιάζουν τώρα αδιάφορα κι ασήμαντα.
Έτσι είμαστε οι άνθρωποι.
Εγωιστές. Δε μας νοιάζει η ευτυχία του άλλου, όσο κι αν επιμένουμε να δείχνουμε
το αντίθετο. Θέλουμε να είναι ευτυχισμένος κάποιος μόνο δίπλα μας. Δε θέλουμε
το κακό του, αλλά ούτε να είναι καλύτερα από εμάς.
Θα ήθελες ο καινούριος χρόνος να
σας βρει μαζί σε κάποιο μαγαζί, να πίνετε, να χορεύετε, να τραγουδάτε. Ύστερα
να βρεθείτε αγκαλιασμένοι στα σκεπάσματα, να κάνετε έρωτα για να «μπει» καλά ο
χρόνος κι έπειτα όλα απʾ την αρχή.
Σκέψου, όμως. Θα το ήθελες
πραγματικά αυτό; Ή είναι μια ηλίθια σκευωρία του μυαλού σου για να σε
περιπαίξει; Μήπως είναι ένας μασκαρεμένος εγωισμός κρυμμένος πίσω από εκείνο το
δήθεν «μου λείπεις»;
Μπορεί πράγματι να σου λείπει.
Αλλά το ερώτημα είναι άλλο. Σου λείπει σαν άνθρωπος, σαν σύντροφός σου; Ή μήπως
σαν μια κατάσταση που απλά είχες συνηθίσει;
Όλοι στη ζωή μας έχουμε βιώσει την
απώλεια, είτε από κάποιον χωρισμό, είτε από φιλίες που για κάποιον λόγο
έσπασαν. Μάθαμε να κρατάμε τις αποστάσεις, μα κρυφοκοιτάμε τις ζωές των
ανθρώπων που «έφυγαν». Πρήζουμε φίλους και γνωστούς στην προσπάθειά μας να
μάθουμε τα νέα τους. Μπαίνοντας από κάποιο άλλο προφίλ στο Facebook για να δούμε αν υπάρχει κάποια εξέλιξη
που δε γνωρίζουμε για το πρόσωπο που μας ενδιαφέρει.
Περνάμε από παλιά, γνώριμα, κοινά
στέκια με την ελπίδα πως θα τους δούμε. Κι αν τυχόν τους βρούμε εκεί,
κρυβόμαστε σε μια γωνιά και παίρνουμε μάτι την ευτυχία τους.
Αν τους πετύχουμε με κάποιον
σύντροφο, ζηλεύουμε, πονάμε και φεύγουμε ηττημένοι. Ακόμα κι αν είμαστε εμείς οι
ίδιοι που τους διώξαμε απʾ τη ζωή μας. Αρνούμαστε να δεχτούμε πως κάποιος
μπορεί να προχωρήσει στη ζωή του. Δε θέλουμε να συνειδητοποιήσουμε πως μπορούν
να συνεχίσουν και χωρίς εμάς. Μα στην πραγματικότητα δε θα έπρεπε να μας
νοιάζει.
Γιατί είμαστε τόσο εγωιστές;
Γιατί δεν αφήνουμε τους άλλους να συνεχίζουν αφού εμείς τους αφήσαμε να φύγουν
και δε θέλουμε καν να προσπαθήσουμε την επανασύνδεση;
Αποφάσισες να διαλύσεις τη σχέση σου. Βαρέθηκες, μιζέριασες κι όλα τα συναφή.
Σου γυάλισε το γκομενάκι απέναντι
ή το μωρό στο γυμναστήριο. Με γεια σου, με χαρά σου και καλοφάγωτο. Τώρα, αυτός
που χώρισες, θέλει κι αυτός να ξαναφτιάξει τη ζωή του. Κι εσύ, παθαίνεις
εγκεφαλικά.
Καταστροφή. Σοβαρά; Δε σʾ έχει
πλέον ανάγκη και πληγώθηκες; Σε πάτησε εκεί που πονάς παλιο-εγωίσταρε; Δεν
πειράζει. Ξιδάκι κι όλα περνάνε.
Εσύ μπορείς να κάνεις τη ζωή σου,
αλλά αρνείσαι κατηγορηματικά να δεχθείς πως είναι φυσική ροή των πραγμάτων να
κάνει κι ο άλλος το ίδιο.
Αν υπάρχει για όλους εκείνο το
περιβόητο άλλο μισό εκεί έξω, μια αδερφή ψυχή που λέμε, θα ορκιζόμουν πως βρήκα
τη δική μου. Μα πολλές φορές αυτό που πλάθουμε στο μυαλό μας κι επιθυμούμε να
είμαστε το άλλο μισό του εμείς, δεν είναι. Όσο και να θελήσαμε. Όσο κι αν
προσπαθήσαμε. Στο φινάλε, το άλλο μας μισό δε θα χρειάζεται προσπάθεια για να
κολλήσει μαζί μας.
Γιʾ αυτό πρέπει να σταματήσουμε
να διεκδικούμε πράγματα και ανθρώπους που δε μας ανήκουν πια. Εκτός αν έχουμε
την πρόθεση να παλέψουμε ξανά για εκείνους.
Αν όμως όχι, κάνουμε κακό και
στους εαυτούς μας αλλά και στους άλλους. Πρέπει να πάψουμε να είμαστε εγωιστές
και παρτάκηδες των συναισθημάτων μας.