Η κρυφή ιστορία της Βαλεντίνας.
«Αν αγαπάς κάποιον άστον να φύγει. Αν δε γυρίσει, ξεφτίλισέ τον στο Facebook κι εμείς θα κάνουμε Like».
Κάπως έτσι ξεκινάει κι η δική μου ιστορία.
Τον γνώρισα όταν μαλώναμε πάνω από ένα μπισκοτάκι σε σχήμα καμήλας. Ναι, στον παιδικό σταθμό. Μου τράβηξε τα μαλλιά κι εγώ τον κλώτσησα στο καλάμι. Πού να ήξερα τι μου επεφύλασσε το μέλλον.
Δεν τον ξεφορτώθηκα ποτέ. Ούτε στο δημοτικό, ούτε στο γυμνάσιο, ούτε καν στο λύκειο. Σαν να μην έφτανε αυτό, στη δευτέρα λυκείου γίναμε και ζευγάρι. Όχι, πως εντυπωσιάστηκε και κανείς. Φαινόταν από χιλιόμετρα πως ο ένας ήθελε τον άλλο.
Πανελλήνιες πέρασαν και -ω! τι έκπληξη και σύμπτωση-, περάσαμε και στην ίδια πόλη. Μετά το πρώτο εξάμηνο επέστρεψε στην πόλη μας, για δουλειά, παράτησε και τη σχολή και ξεκίνησε το πήγαινε-έλα σε σαββατοκύριακα και αργίες. Παρ᾽ όλα αυτά, αντέξαμε.
Εννιά χρόνια μαζί από τότε. Εννιά χρόνια έρωτα, πάθους, αγάπης, εξόδων, διακοπών, καβγάδων χωρίς λόγο κι αιτία. Δεν ήταν απλά ο σύντροφός μου, ήταν ο κολλητός μου, η οικογένειά μου, ο εξομολογητής μου και το παρεάκι μου.
Παντού μαζί.
Μια γειτονιά τα σπίτια μας, ίδιες παρέες, ακόμα και στη δουλειά μαζί. Δεν ξεκολλούσε ο ένας από τον άλλο.
Ήμασταν το ζευγάρι απ᾽ το οποίο όλοι περίμεναν να λάβουν το προσκλητήριο του γάμου μας. Και η πρόταση έγινε. Ήρθε και το δαχτυλίδι. Θα γινόταν και επίσημο στα γενέθλιά μου, το χειμώνα. Ήταν ακόμα άνοιξη, βέβαια, αλλά η συνωμοσία είχε φτάσει στα αυτιά μου απ᾽ τους κολλητούς μας.
Και ήρθε το καλοκαίρι. Κι εκεί που όλοι ετοιμάζονταν για διακοπές και εμείς κλείναμε ξενοδοχεία για Κέρκυρα, άρχισαν τα ανώνυμα μηνύματα στο κινητό του καλού μου (ή του κάλου μου, όπως τελικά θα αποδειχθεί), που με «στόλιζαν» χαρακτηρίζοντάς με αναξιόπιστη και μη κατάλληλη για σχέση. Ενώ στην αρχή γελούσαμε με αυτά, τελικά, φάνηκε να τον επηρεάζουν.
Ξεκίνησαν οι επικοί καβγάδες. Ένας παραλογισμός άνευ προηγουμένου. Ένας ψυχολογικός πόλεμος και μια διάθεση που έμοιαζε με καρδιογράφημα.
Τη μία μέρα να με βρίζει ασύστολα και την άλλη να μου λέει πόσο με αγαπάει και πως δεν τα πιστεύει αυτά. Με αποκορύφωμα, τον τηλεφωνικό καβγά με την οικογένειά μου, που «τόλμησε» να πάρει θέση και να εκφέρει την άποψή της για το θέμα αυτό που με τσάκιζε.
Μη σας τα πολυλογώ, ποτέ δεν καταφέραμε να βγούμε απ᾽ αυτή την κατάσταση. Χωρίσαμε. Προσπάθησε να τα ξαναβρούμε, πλέον είχε σπάσει κάτι μέσα μου. Πόνεσα, ναι, αλλά δεν άντεχα άλλο τον αλλοπρόσαλλο ψυχισμό του και τη συμπεριφορά αυτή απέναντί μου. Προτίμησα να φύγω εγώ πρώτη, προτού διαλυθώ τελείως.
Κι ενώ οι πρώτες βδομάδες πέρασαν ήρεμα σχετικά, με αρκετή κλάψα, πολλά λίτρα παγωτό και εμετούς (που προκαλούσε και το άγχος και το παγωτό), όλα τα προβλεπόμενα δηλαδή ενός χωρισμού μετά από εννέα χρόνια σχέσης, ξαφνικά λαμβάνω ένα μήνυμα από μια παλιά μου φίλη.
«Τι έχει συμβεί; Είσαι καλά; Γιατί ο άλλος ανεβάζει στο Facebook αυτά που ανεβάζει;»
Κρύος ιδρώτας με έλουσε. Τι θα έλεγα τώρα για τα ξεφτιλίκια αυτά; Πήγα κάπως να τα μπαλώσω, αλλά η κοπελιά ήταν γάτα. Ήταν βλέπεις κι αυτή μπροστά στον καβγά με τα κουλουράκια και τα έζησε όλα από κοντά σε όλη τη διάρκειά του. Της τα είπα όλα. Μου ανέφερε πως του είχε ήδη στείλει μήνυμα, γιατί της είχε κακοφανεί απίστευτα. «Εμένα να δεις», πήγα να πω, αλλά δεν ήθελα να με λυπηθεί περισσότερο. Ήδη ένιωθα σκατά.
Για να σας βάλω κι εσάς στο κλίμα, αν δεν είχατε ραδιοφωνικό σταθμό εύκαιρο, το μόνο που χρειαζόταν να κάνετε ήταν μια επίσκεψη στο προφίλ του. Οτιδήποτε άσμα σε concept «Αχάριστη κι αλήτισσα, μα το δικό σου αμάρτημα, σε ξεπέρασα, δε θα με ξεχάσεις, τι ήσουνα τι ήσουνα μια παξιμαδοκλέφτρα», ήταν εκεί αναρτημένο.
Και για να μην αφήνει κενά μεταξύ των τραγουδιών, φρόντιζε βέβαια να ανανεώνει και την κατάστασή του, ενημερώνοντας και τους πεντακόσιους έντεκα φίλους του για το πόσο ωραία περνάει που με ξεπερνάει.
Και να σου τα μηνύματα από τους τριακόσιους οκτώ κοινούς μας φίλους -είπαμε κοινές παρέες σχεδόν είκοσι χρόνια ήταν αυτά- που έσπευδαν να με παρηγορήσουν. Μαλακίες! Να μάθουν πόσο μίζερα νιώθω, ήθελαν, και τι έκανα για να προκαλέσω αυτό το άγιο παλικάρι να με χωρίσει.
Στο δε γραφείο, ήταν άλλο ανέκδοτο. Από εκείνα τα κακόγουστα βέβαια. Μα να συναντιόμαστε στο διάδρομο και να ψάχνει δρόμο να φύγει; Δεν έχει, καλό μου, ή μπρος ή πίσω θα πας. Μέχρι και να παραιτηθώ είχα σκεφτεί, αλλά το πείσμα μου ήταν μεγαλύτερο από την ερωτική μου απογοήτευση.
Μήνες πέρασαν με τον πρώην καλό μου να συνεχίζει το πανηγύρι από ηλίθιες αναρτήσεις και το excel που μόνο δεν είχε φτιάξει με κάθε μία που πήγαινε μαζί της, ανεβάζοντας παράλληλα στοχευμένα τραγούδια ή καταστάσεις που ήξερε ότι θα μπορούσαν να με πληγώσουν.
Κι εγώ το ζώον εκεί, όχι μόνο delete και block δεν έφαγε, αλλά καθόμουν και τα παρακολουθούσα με εντελώς σαδομαζοχιστικές τάσεις. Το παγωτό, παγωτό πάντως. Πώς δεν έγινα τετράγωνη αυτή την περίοδο της ζωής μου, ούτε εγώ το ξέρω.
Χειμώνας πάλι, γενέθλια πάλι, ναι τι καλά που περνάμε, έχω αρχίσει να το αφήνω πίσω μου σιγά-σιγά όλο αυτό, αλλά ο κύριος με ήξερε τόσο καλά που, πώς θα μου τσάκιζε τον ψυχισμό περισσότερο; Μα φυσικά με ένα μήνυμα στιλ «Σ'αγαπάω, χρόνια πολλά, να προσέχεις» και παρόμοιες πίπες.
Εγώ, κυρία. Τουλάχιστον απέναντί του, γιατί τον οδυρμό δεν τον γλίτωσα. Αλλά κρατήθηκα. Μπράβο μου. Έπεσε και το delete, λίγο καιρό μετά. Έπρεπε να βάλω ένα κλείσιμο σε όλη αυτή την ιστορία.
Το αποκορύφωμα ήταν όταν ξεκίνησε να ανεβάζει τραγούδια, τα οποία αφιέρωνε στο νέο του «μωρουλίνι». Ναι καλέ, τα δικά μας τραγούδια, προφανώς. Η άλλη, ανίδεη, χαιρόταν. Η άγνοια είναι ευλογία, τελικά. Πώς τα μάθαινα; Από τους καλοθελητές, φυσικά! Αυτό δεν σταμάτησε ποτέ.
Έξι χρόνια μετά, μετά από αποτυχημένους καφέδες και δήθεν τυχαίες συναντήσεις στο δρόμο, ο καθένας τράβηξε το δρόμο του. Εκείνος, ευτυχισμένος σύζυγος πλέον, εγώ ετοιμάζομαι να τραβήξω τη δική μου πορεία με τον σύντροφό μου. Όλος αυτός ο πόλεμος μου μοιάζει παιδιάστικος πια.
Δεν κρατώ κακία, αντιθέτως χαίρομαι που κατάφερε να βρει αυτό που ψάχνει κι ας μου κάνει ακόμα τη ζωή δύσκολη στη δουλειά.
Κατάλαβα μέσα σ᾽ αυτά τα χρόνια, πως είχε βάλει σκοπό της ζωής του να με τσακίσει, να με ρίξει στα γόνατα. Το είχε πει εξάλλου. Μου το είχε υποσχεθεί πως θα το κάνει, όποιο κι αν είναι το τίμημα.
Ακόμα και να χορέψει στο γάμο του το τραγούδι μας... Και να φροντίσει να το ποστάρει, βεβαίως, βεβαίως...
Αυτή τη φορά όμως, έκανα κι εγώ like. Έστω κι από μέσα μου.