Μαμά, ξέρω πως είμαι το μοναδικό σου
παιδί. Πως απ᾽ τη στιγμή που γεννήθηκα ζεις για μένα και βλέπεις τον κόσμο μέσα
απ᾽ τα δικά μου μάτια.
Τώρα, όμως, που μένω για πρώτη
φορά μόνη σε ξένο μέρος φοβάσαι για μένα. Φοβάμαι κι εγώ, γιατί δεν έχω κάποιον
να με προσέχει τα βράδια όπως έκανες εσύ. Ξαγρυπνούσες δίπλα μου σε κάθε ίωση,
σε κάθε πονόλαιμο, σε κάθε πονοκέφαλο. Δεν είσαι εδώ να μου φτιάχνεις σούπες
και να μου μετράς τον πυρετό.
Είμαστε διπλά άτυχες, γιατί πλέον
μένω πολύ μακριά σου. Μας χωρίζουν θάλασσες και βουνά. Όχι μόνο χιλιόμετρα αλλά
μίλια ολόκληρα κι αυτό σημαίνει πως δεν μπορούμε να βλεπόμαστε τόσο συχνά. Γι᾽ αυτό
κάθε φορά που πρέπει να σε αποχωριστώ, λυπάμαι. Δε στο δείχνω όμως ποτέ!
Το παίζω αντράκι και σκληρή, έτσι
όπως μου έχεις πει να δείχνω.
Όταν, όμως, μπαίνω στ᾽ αεροπλάνο
και δένω τη ζώνη μου, κυλάνε δάκρυα που δεν μπορώ να συγκρατήσω.
«Δε χανόμαστε για πάντα»,
σκέφτομαι, «σε δυο μήνες θα είμαι πίσω ξανά».
Μα δεν αρκεί για να παρηγορήσω
τον εαυτό μου εκείνη τη στιγμή.
Σ᾽ αφήνω πίσω μαμά μου και δεν το
θέλω. Πίσω αφήνουμε τους ανθρώπους που μας φέρθηκαν άσχημα. Σε εσένα που μου
έχεις προσφέρει τη ζωή αναρωτιέμαι πώς μπορώ και σου το κάνω αυτό.
Μου λείπεις μαμά και δε θέλω να
στενοχωριέσαι που δεν είμαι δίπλα σου. Ξέρω πως ποτέ κανείς άλλος δε θα μ᾽
αγαπήσει όσο εσύ. Κάθε πρωί και κάθε βράδυ μπαίνεις στο δωμάτιο μου νοερά και
μου λες «καλημέρα» και «καληνύχτα», ακόμη κι αν τα λέμε απ᾽ το τηλέφωνο
χιλιάδες φορές.
Δεν ξέρω γιατί κάθομαι και τα
σκέφτομαι όλα αυτά απόψε. Ίσως, γιατί χθες μαλώσαμε και σου έκλεισα τόσο
απότομα το τηλέφωνο. Ήθελα να σου ζητήσω συγνώμη. Άλλωστε εσύ μου το έμαθες κι
αυτό. Είναι σημαντικό να ζητάμε συγνώμη. Αλλά ξέρεις τι αγύριστο κεφάλι είμαι.
Συγνώμη, λοιπόν, κι ας μη το
δεις. Ξέρω πως δεν ήθελες να με στενοχωρήσεις και πως θέλεις το καλύτερο για
μένα. Άλλωστε αυτό που με στενοχωρεί περισσότερο είναι ότι μετά από κάθε μας -τηλεφωνικό
πλέον- καβγά δεν μπορώ να έρθω να σε βρω στον καναπέ, να σε πάρω αγκαλιά και
μετά να ξαπλώσω με το κεφάλι μου στα πόδια σου.
Να με περιμένεις. Δεν αργεί η
μέρα που θα χωθώ και πάλι στην αγκαλιά σου. Αυτή τη φορά όχι μετά από καβγά
αλλά μετά από μήνες που έχω να σε δω και μου έχεις λείψει.
Θα αφήσω πρόχειρα τη βαλίτσα όπου
βρω και θα έρθω να σου δώσω ένα μεγάλο φιλί. Θα θυμώσεις για τη βαλίτσα, είμαι
σίγουρη, αλλά θα το ξεχάσεις αμέσως γιατί θα είμαι επιτέλους κοντά σου.
Θα καθίσουμε ξανά στον καναπέ, θα
μου χαϊδεύεις τα μαλλιά και θα λέμε τα νέα μας ενώ ο μπαμπάς πάλι θα γκρινιάζει
που έτρεξα πρώτα να αγκαλιάσω εσένα.
Υ.Γ. Μπαμπά κι εσένα σ᾽ αγαπώ
αλλά θα μιλήσω γι᾽ αυτό σε άλλο άρθρο. Μην γκρινιάζεις!