Ζούμε σε μια κοινωνία άρνησης που κινείται με παρωπίδες και δεν αναγνωρίζει τίποτα σωστό πέραν από το καθιερωμένο. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι έτσι και δεν θα πρέπει να αφήνουμε ένα «Κόσμο Κανονικότητας» να καθορίζει το ποιοι είμαστε, ποιους αγαπάμε, και ποιους επιλέγουμε να αναθρέφουμε.
Εδώ λίγο πολύ πέφτει η αυλαία και εμφανίζεται ένα κοινωνικό φαινόμενο που έχει αποκτήσει μεγάλες διαστάσεις τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι άλλο από αυτό της υιοθεσίας παιδιών από ομοφυλόφιλα ζευγάρια.
Πώς
μια οικογένεια τέτοιου τύπου μπορεί να
ευδοκιμήσει; Τι πρότυπα συμπεριφοράς
θα επωμιστεί ένα παιδί που ζει σε τέτοιο
περιβάλλον; Ποιος ο αντίκτυπος στην
κοινωνία; Είναι μερικές από τις ερωτήσεις
που ο καθένας μας θα έκανε για τον απλό
λόγο ότι αποτελεί κάτι μη συνηθισμένο.
Σε αυτή την σύγχρονη εποχή το θέμα αυτό είναι αντικείμενο σύγκρουσης και διαξιφισμού μεταξύ της επιστημονικής κοινότητας, των θρησκευτικών πεποιθήσεων και των πολιτισμικών παραγόντων που διέπουν την κοινωνία έναντι των ομοφυλόφιλων ατόμων που επιχειρούν την υιοθεσία.
Από την πλευρά της ψυχολογίας θα πρέπει να εξετάσουμε το γεγονός για το πώς ένα παιδί που μεγαλώνει σε μια τέτοια οικογένεια καταφέρνει και γίνεται μέλος της κοινωνίας. Τα παιδιά από μικρή ηλικία μαθαίνουν να δέχονται ερεθίσματα και να διαμορφώνουν σιγά-σιγά μια συμπεριφορά η οποία κατά κύριο λόγο προκύπτει από τον τρόπο που οι γονείς τα αναθρέφουν.
Αν πάρουμε παράδειγμα μια οικογένεια που αποτελείται από δύο μπαμπάδες ή δυο μαμάδες σε σχέση με μια που αποτελείται από ένα μπαμπά και μια μάμα, αλλά παρ’ όλα αυτά τα μεγαλώνουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο πού είναι η διαφορά; Στο ότι οι ομοφυλοφιλικές οικογένειες επιλέγουν τον ίδιο σύντροφο με αυτού του φύλου τους; Δηλαδή ταυτίζουμε το παιδί με το τι κάνουν οι γονείς τους στο κρεβάτι; Τότε με αυτή την λογική τα ετεροφυλοφιλικά ζευγάρια θα έπρεπε να μεγαλώνουν ανάλογα παιδιά και η κατηγορία των ομοφυλόφιλων να είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Εν τω μεταξύ, αν είναι να συγκρίνουμε τα στρέιτ και τα γκέι ζευγάρια για το πώς μεγαλώνουν ένα παιδί, δε θα παρατηρήσει κανείς την διαφορά, επειδή η αγάπη που του δίνεις δε διαχωρίζεται από τις σεξουαλικές προτιμήσεις. Επιπλέον, τα παιδιά που μεγαλώνουν σε τέτοιου είδους οικογένειες είναι πιο συνειδητοποιημένα για την σεξουαλική τους ταυτότητα, δίχως να διαμορφώνουν αναγκαστικά ομοφυλοφιλικές τάσεις καθώς αποκτούν μια πολύπλευρη οπτική για την ζωή δίχως ταμπού και δίχως άσπρο-μαύρο.
Δυστυχώς, στη χώρα που ζούμε κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό για το λόγο ότι το σκεπτικό, σε γενική εικόνα, είναι πίσω. Αναγνωρίζουμε αυτά που αντέχουμε χωρίς να αποδεχόμαστε το διαφορετικό επειδή δεχόμαστε χειραγώγηση από την θρησκεία ενώ ο Χριστός δίδαξε αγαπάτε αλλήλους, πήγαμε σχολείο για να γίνουμε ελεύθεροι σκεπτόμενοι άνθρωποι ενώ «τραβάμε σκανδάλη» για να δολοφονήσουμε τέτοιες καταστάσεις. Η πραγματική ουσία με λίγα λόγια είναι ότι δεν έχει σημασία σε τι είδους οικογένεια μεγαλώνει ένα παιδί αλλά κατά πόσο μπορείς να αναδείξεις τον πραγματικό γονιό που κρύβεται μέσα σου γιατί μην ξεχνάμε: «Δεν είμαστε όλοι γεννημένοι γονείς πρέπει να το αντέχουμε».
Αυτό
που θα μας κάνει να πάμε ένα βήμα παρακάτω
είναι η άμεση αναγνώριση πολυμορφίας
της οικογένειας, γιατί αν μια ομοφυλοφιλική
οικογένεια μπορεί και παρέχει τα
στοιχειώδη, προστατεύει και στηρίζει
ηθικά κι εκπαιδεύει το παιδί, αυτό
λαμβάνει με τη σειρά του τα απαραίτητα
εφόδια για την ανάπτυξη μιας αποδεκτής
και συνάμα σωστής συμπεριφοράς προς
τον περίγυρο του. Με αυτόν τον τρόπο
πληρούνται τα κριτήρια υιοθέτησης από
τους υποψήφιους γονείς.
Κλείνοντας,
θα ήταν ωραίο να υπενθυμίσουμε ότι:
«Γονείς
δεν είναι αυτοί που φέρνουν στο κόσμο
ένα παιδί αλλά αυτοί που το αναθρέφουν
και αγαπούν»